Διαβάστε για τα Χανιά

Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Χανίων
Συγχρηματοδότηση 70% από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ΕΓΤΠ.Ε-Π και το Ελληνικό Δημόσιο - Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων
Συγχρηματοδότηση Ελληνικό Δημόσιο και ΕΕ
Καστρινός Χορός (Μαλεβιζιώτης) Εκτύπωση E-mail

O Μαλεβιζιώτης ή Καστρινός πηδηχτός είναι ένας χορός αλματώδης ο οποίος ολοκληρώνεται σε δεκαέξι βήματα, (οκτώ μπροστά και οκτώ πίσω). Χορεύεται σε ρυθμό με μέτρο 2/4, τη συνοδευτική μουσική παίζουν βιολί ή λύρα με λαγούτο, μαντολίνο ή ασκομαντουρα στα ορεινά Ο χορός αυτός είναι ενθουσιώδης και δυναμικός Χορεύεται κυκλικά με τα χέρια πιασμένα από τις παλάμες στο ύψος των ώμων και τους αγκώνες λυγισμένους. Εξελίσσετε με λεβεντιά και ενθουσιασμό και αφήνει τον χορευτή η τη χορεύτρια που σέρνει το χορό να αυτοσχεδιάσει χωρίς να την περιορίζει ιδιαίτερα ο σκοπός.

Οι αρχαίοι έλληνες πίστευαν ότι ο χορός αποτελεί θεια έμπνευση, μια θεϊκή δημιουργία που αποκαλυπτόταν σε εκλεκτούς που αυτοί με τη σειρά τους τους μάθαιναν στους συνάνθρωπους τους. Σαν απόδειξη ήταν ότι όλες οι θεότητες είχαν τους δικούς του τελετουργικούς χορούς που εκτελούνταν από λίγους και εκλεκτούς. Όπως επίσης και οι μεγάλοι ήρωες πολλοί συχνά αποκαλούνταν καλοί χορευτές. Όπως στις μέρες μας που είναι λίγοι αυτοί που μπορούν να χορέψουν πραγματικά όμορφα και με μεγαλοπρέπεια ένα χορό, χωρίς περιττούς θεατρινισμούς ώστε να προκαλέσουν θαυμασμό, πατώντας πάνω στο ρυθμό και στο σκοπό του χορού.

Η θεϊκή προέλευση του χορού έχει κάποια βάση αφού πολλοί χοροί των Ελλήνων έλκουν τις ρίζες τους από τη Μινωική εποχή. Μέσα στα ελληνικά γραπτά συναντούμε που και που ένοπλους επαναστατικούς χορούς όπως ο ορσίτη (αρχαίος Κρητικός χορός) που ο Αθηναίος μας λέει ότι έχει τις ρίζες του στην αρχαία πυρρίχη. Ο όρος όρσος ή όρσες δίνεται στις αλματώδης στριφογυριστές φιγούρες που κάνουν και στις μέρες μας οι χορευτές . Ο χορός πρωτοεμφανίστηκε στην επαρχία μαλεβυζίου γι' αυτό και ονομάζεται μαλεβιζιώτης ή Καστρινός γιατί πρωτοχορεύτηκε στο Ηράκλειο ή Κάστρο. Στα Χανιά ο χορός λέγεται Καστρινή Σούστα. Στη υπόλοιπη Κρήτη διαδόθηκε γύρω στη δεκαετία του 20. Ο Μαλεβιζιώτης έχει και αυτός την αστική και την ορεινή του πλευρά.

Σύγχρονοι μελετητές μας λένε ότι ο αλματώδης και θορυβώδης χορός δεν είναι αναγκάστηκα πολεμικός, αλλά έχει δυο εκδοχές. Είτε είναι τελετουργικός όπου με τις αλματώδεις κινήσεις επιδιώκουν να αυξήσουν την παραγωγή και την γονιμότητα των σπαρτών πράγμα που υποστηρίζει και η μαγεία, είτε εξαγνιστικός αφού με τις θορυβώδεις μελωδίες έδιωχνα μακριά τα κακά πνεύματα. Οι Κρήτες είχαν διαφόρων μορφών διασκεδάσεις και χωρίς να διακρίνουν τους χορούς χόρευαν συχνά Είτε αργά και τελετουργικά είτε αλματωδώς και θορυβωδώς.

Γύρω στο 1546 ένας Γάλλος επισκέπτης στα Σφακιά γράφει: "Βρισκόμενος σ' ένα χωριό, κοντό στην κατοικία του Ι. Μπαρότσο, κοντά στη χώρα Σφακίων, βρέθηκα σε μια γιορτή που ήρθαν χωρικοί, άλλοι με τις αρραβωνιαστικιές τους άλλοι με τις γυναίκες τους. Είχαν κάνει μεγάλη συντροφιά και αφού ήπιαν πολύ, άρχισαν να χορεύουν στη μεγάλη ζέστη, όχι στη σκιά, αλλά στο δυνατό ήλιο του Ιουλίου. Ήσαν φορτωμένοι όπλα και δεν έπαυαν να χορεύουν έως τη νύχτα. Έτσι παράξενα ντυμένοι και φορτωμένοι με φαρέτρα με 150 περίπου βέλη, που την είχαν πίσω στη ράχη και μ' ένα τόξο καλά τεντωμένο κρεμασμένο στο μπράτσο τους και με μια σπάθα στο πλάι χόρευαν, προσπαθώντας να κάμουν τα ωραιότερα και ψηλότερα πηδήματα".

Στο χορό αυτό ο χορευτής που κρατάει πρώτος έχει τη δυνατότητα αποσπώμενος του κύκλου να κάνει άλματα στριφογυριστά να συνθέσει πολλαπλούς αυτοσχέδιου ενθουσιώδης βηματισμούς και αν είναι καλός γνωστής των Κρητικών χορών να συνθέσει μια δική του χορευτική πράξη. Η γυναίκα στην Κρήτη πιάνει συχνά μπροστά έχοντα και εκείνη τη δυνατότητα με λεπτεπίλεπτους ελαφρά αλματώδης βηματισμούς, με στροφές και καθίσματα, με ντροπαλά ταλίμια να συνδυάσει ποικίλες παραλλαγές βηματισμών ή σε συνδυασμό με το δεύτερο μαζί εκτελούν μια χορευτική πράξη. Ο Γεώργιος Χατζηδάκις γύρω στο 1909 μας περιγράφει μια χαρακτηριστική φιγούρα του αυτοσχεδιασμού του μπροστινού: "άλλοτε ο οδηγός του χορού αποσπάται του κύκλου και χορεύει μόνος κρούοντας χείρας, άλλοτε πάλιν υψών τους πόδας κτυπά αυτούς με τα χείρας του εν ρυθμό. Οι πλέον ευκίνητοι στηριζόμενοι δια της μία χειρός επί του δευτέρου χορευτού και υψούντες το σώμα επί των ποδών, κάμπτουν τούτο προς τα όπισθεν, μέχρις ότου η κεφαλή αυτών εγγίζει το έδαφος. Ανορθούμενοι δ' έπειτα αποτόμως εξακολουθούν χορεύοντας χωρίς να χάσουν τον ρυθμόν".


 
< Προηγ.