Γαύδος

Ο ανηφορικός δρόμος δείχνει να κουράζει την κυρά. Αφήνει το μπαστούνι της, βγάζει το καπέλο της και κάθεται στο πέτρινο τοιχίο. Θα περιμένει έως ότου πέσει ο ήλιος για να συνεχίσει το δρόμο της και να γυρίσει σπίτι της, στο χωριό των επτά κατοίκων, στον νοτιότερο οικισμό της Ευρώπης.

Το πλοίο από την Παλαιόχωρα περιορίζεται πλέον σε δύο δρομολόγια την εβδομάδα. Οι "γόνιμοι" μήνες της άγονης γραμμής έχουν μόλις περάσει και το ρεύμα παραμένει πρόβλημα. Είμαστε στο Λιβυκό, είμαστε στον νότο…βρισκόμαστε στη Γαύδο.

Μέρες προσπαθούσα να μιλήσω για αυτήν, την Ωγυγία του Ομήρου, το νησί της Καλυψού. Ποια είναι η Γαύδος; Το νησί της εσχατιάς του ευρωπαϊκού νότου; Το νησί της εγκατάλειψης και των προβλημάτων; Το νησί των 50 (πρωτ)αγωνιστών; Ο καλοκαιρινός προορισμός της απομόνωσης; Όσο αποκαλύπτονταν οι αντιθέσεις της, τόσο περισσότερο δυσκολευόμουν να την καταλάβω. Όσο προσπαθούσα να απλουστεύσω τις εικόνες της, "στρογγυλεύοντας" τις άκρες της, τόσο απομακρυνόμουν από αυτήν. Η Γαύδος είναι ζωντανή.

Το νησί των 50 κατοίκων λοιπόν; Όχι. Αλλά η οικογένεια του Γιώργου του Λουγιάκη, ο ραδιοφωνικός σταθμός του Βασίλη, το λαογραφικό μουσείο του πάτερ Μανώλη, ο Γιώργος ο εγγονός του τελευταίου φαροφύλακα του ιστορικού Φάρου, το σχολείο με τον Δάσκαλο Γιάννη με τα έξι παιδιά, ο Θανάσης ο οδηγός, τα βράδια στο στέκι της Γωγώς…αυτή είναι η Γαύδος.

Ο κοινοτάρχης Ευστράτιος Λαμπάκης, ο Αλέξανδρος Γιουντίν και η Ειρήνη Καρμαζίνη… το πάλαι ποτέ αραξοβόλι των ταξιδιωτών, των εμπόρων της Αφρικής και των πειρατών του Μπαρμπαρόσα, της Ρωμαϊκής και της Βυζαντινής εποχής και των διαφόρων κατακτητών...

...O θαλασσόκεδρος που περιμένει χειρότερους βοριάδες στην παραλία του Αγιάννη, εκείνους που σε φέρνουν μαζί με τον αέρα του Λιβυκού στο μονοπάτι για την Τρυπητή για να κάτσεις στην πολυθρόνα που υπάρχει εκεί αγναντεύοντας την Αφρική των Τουαρέγκ, την εσχατιά του ευρωπαϊκού νότου, το σύνορο της Ελλάδας…αυτή είναι η Γαύδος. Αληθινή και ανθρώπινη. Ερειπωμένη ίσως, απρόσωπη και μυθική όχι.

Ανάμεσα σε δύο ηπείρους, θαλασσοδαρμένη από τα πελάγη του Κρητικού και του Λιβυκού πελάγους, ισαπέχει από το Σούνιο Αττικής και το Τομπρούκ της Λιβύης και αποτελεί μεταναστευτικό σταθμός πουλιών κατά το μακρινό ταξίδι τους από την Αφρική προς την Ευρώπη και αντίστροφα, καταφύγιο επίσης της φώκιας και της χελώνας careta-careta.

Τα 30 τετραγωνικά της χιλιόμετρα ήταν η Ωγυγία του Ομήρου, όπου ο Οδυσσέας έμεινε χρόνια αιχμάλωτος της νύμφης Καλυψούς, της δολοπλόκας κόρης με τις σγουρές πλεξούδες, η Κλαύδη του Αποστόλου Παύλου ο οποίος βρέθηκε ναυαγός εδώ, καθώς τον πήγαιναν στη Ρώμη για δίκη, η Γκότζο των Ενετών στη Βενετοκρατία όπου ήταν διαμετακομιστικός σταθμός.

Η μελέτη μιας ολοκληρωμένης επιγραφής στο Πραιτόριο της Γόρτυνας, στην περιοχή του Ηρακλείου, έφερε στο φως Συνθήκη, που αποδεικνύει τη σχέση που υπήρχε ανάμεσα στην παντοδύναμη τότε Γόρτυνα και στη Γαύδο, τον 3ο αι. π.Χ.
Πολλά αρχαιολογικά ευρήματα έχουν έρθει στο φως, με σημαντικότερο ένα ακέφαλο γυναικείο άγαλμα του 2ου μ.Χ. αιώνα, που βρέθηκε το 1865 και μεταφέρθηκε στο Βρετανικό Μουσείο.

Το νησί γνώρισε τη μεγαλύτερη άνθηση κατά τους βυζαντινούς χρόνους, όταν ήταν ένα από τα ορμητήρια του φοβερού πειρατή Μπαρμπαρόσα.
Ένας από τους ιστορικούς της μύθους απλώνεται στην αμμουδιά του Λαυρακά στην βόρεια άκρη του νησιού, σε μια περίεργη παραλία με τους αμμόλοφούς της.
Για την ερμηνεία του τοπωνυμίου Λαυρακάς, καταφεύγω στην αναφορά του υποπλοιάρχου T. B. Spratt ενός Άγγλου γεωγράφου, υδρογράφου και αρχαιολόγου, που περιηγήθηκε στη Γαύδο τον 19ο αιώνα. Ο «λάβρυς» κατά την Μινωική λέξη είναι ο Διπλός Πέλεκυς, το λατρευτικό σύμβολο που εντοπίζεται σε όλα τα Μινωικά ιερά. Και ο Λαυρακάς είναι γεμάτος με σπηλιές-τάφους, Μινωικής περιόδου και στην ακτή του 2-3μέτρα κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, βρίσκεται βυθισμένο το αρχαίο λιμάνι. Και το σημερινό λιμάνι ο Καραβές. Ένας μώλος δηλαδή και λίγα σπίτια. «Τώρα φτιάχνεται και ολοκληρώνεται» λέει ο Βασίλης.

Γύρω στο νησί δεκαεπτά μικρά, απέριττα εκκλησάκια με μητρόπολη την Αγία Τριάδα στο Καστρί. Μαζί και το βενετσιάνικο κάστρο στην Κεφαλή, τα ρωμαϊκά και παλαιοχριστιανικά ερείπια στον λόφο του Αγιάννη, οι περίφημες Καμαρέλες στην Τρυπητή και στον Κόρφο.

Το μονοπάτι που περνά από το κεδρόδασος στο βόρειο τμήμα του νησιού από τα Κουλεριανά στον Λαυρακά τόπος εξαιρετικός που κατηφορίζει προς το αρχαίο κέντρο της Γαύδου.

Γεμάτο απολιθώματα οργανισμών εκατομμυρίων ετών, συναντά την εκκλησία του Αγ. Γεωργίου, χτισμένη δίπλα στα ερείπια του ρωμαϊκού υδραγωγείου και περπατώντας παράλληλα με την δεξιά όχθη του ποταμού σε οδηγεί στην ακτή του Λαυρακά μέσα από τον Κεδρέ, ένα σπάνιο δάσος με κέρδους υπεραιωνόβιους.

Ο δρόμος, αλλού χωμάτινος, αλλού ασφαλτοστρωμένος σε ανεβάζει στην πρωτεύουσα, στο Καστρί όπου βρίσκονται τα γραφεία της κοινότητας, το αγροτικό ιατρείο, οι ξενώνες και το σχολείο. Ο Θανάσης, ο οδηγός του κοινοτικού λεωφορείου θα σε πάει ως εκεί. Με μουσική, πάντα με μουσική. Είτε με ρεμπέτικα, είτε με ροκ. Το ίδιο είναι θα σου πει. Όπως και το νησί του, το ίδιο λαϊκό, το ίδιο ροκ. Με 5ευρώ κάνει τους τουρίστες το γύρο του νησιού και τώρα βοηθά όπου υπάρχει ανάγκη. Κάπου εκεί στην πρωτεύουσα βρίσκεται το σχολειό. Με τα έξι παιδιά του δημοτικού και το Δάσκαλο Γιάννη Σαλαβασίδη από τη Θεσσαλονίκη. Κάπου εκεί βρίσκεται και το νηπιαγωγείο με την Πετρούλα Γκιρτζιμάνη και τα δύο της παιδιά. «Εμείς... και ο κόσμος» στη δική του σημασία.

Για 12 χρόνια (από το 1988 έως το 2000) το νηπιαγωγείο είχε «σωπάσει», έως ότου ένα 6χρονο κοριτσάκι έφερε ξανά την πρωινή προσευχή στο προαύλιο και τον Μανώλη τον Δάσκαλο στο νησί. Κτίριο νεόκτιστο (ξαναχτίστηκε το 2000 σχεδόν από την αρχή), πρόσφατα ηλεκτροδοτημένο χαμογελά με τις φωνές των τεσσάρων παιδιών του Γιώργου και της Σπυριδούλας από το Σαρακήνικο, του γιου του Γιώργου που πρόσφατα ήρθε και μένει στο νησί και του εγγονού του εφημέριου Μανώλη Μπικογιαννάκη από τα Βατσιανά.

Παιδιά ευτυχισμένα που δεν αισθάνονται στερημένα, που δεν ζούνε στη φύση αλλά με τη φύση και με τις μουσικές του Βασίλη…του Βασίλη Τζουναρά. Μια παράγκα δίπλα σε μια κεραία κινητής τηλεφωνίας δίνει ρεύμα και φιλοξενεί τον ιστό του «Φάρου του Νότου», του ραδιοφωνικού σταθμού του Βασίλη στους 88,8 Μεγάκυκλους. Αν δεν ρωτούσες, δεν θα τον μάθαινες και δεν θα το πίστευες. Και τώρα που τον βρήκες πρέπει να τον ακούσεις να σου μιλά. «Γεννήθηκα μια 28η Οκτωβρίου, υπήρξα για καιρό ραδιοπειρατής, και κάπου στα 1985 βρέθηκα στην Κρήτη, όπου εργάστηκα για πέντε χρόνια σε τοπικό ράδιο. Στα 1990 αποβιβάστηκα στη Γαύδο και το καλοκαίρι του 1996 για πρώτη φορά βγήκε στον αέρα του Κρητικού Πελάγους η πρώτη λαϊκή νότα. Άλλοτε με γεννήτριες και άλλοτε με αναμμένη την μηχανή του αυτοκινήτου, μέχρι και σήμερα με επίσημη άδεια από το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης ο νοτιότερος μουσικός φάρος της Ευρώπης δεν σίγησε ποτέ και φτάνει ως το Ελαφονήσι, στην Παλαιόχωρα και στα Μάταλα.»

Από τις 06:00 με παραδοσιακά και νησιώτικα, έπειτα με μπλουζ, τζαζ και ροκ έως αργά με ρεμπέτικα, ο «Φάρος του Νότου» όπως ονομάζεται έχει και ιστοσελίδα (www.gavdosfm.gr), δέχεται και παραγγελίες (28230-83037) και κουβαλά πάνω του οικονομίες μιας ζωής που εξαντλούνται σε ένα μικρό γραφείο με υπολογιστές που παίζουν τις μουσικές του κόσμου.

Μιλά για τον συχωρεμένο Θεόφιλο Τσιριντάνη, τον επί τέσσερις συνεχείς τετραετίες πρόεδρο της κοινότητας, τον καπετάνιο που υπηρέτησε σε όλη του τη ζωή το αγαπημένο του νησί και έφυγε αιφνιδίως ένα βράδυ του Απριλίου του 2002.

«Κανονίζαμε με το Θεόφιλο να φτιάξουμε στούντιο ηχογράφησης να έρχονται τραγουδιστές, εταιρείες, να περνάνε τις διακοπές τους και να φτιάχνουνε τους δίσκους τους εδώ». Τα όνειρα και οι στόχοι όμως συνεχίζονται παρά τις δυσκολίες και ίσως χάρη σε αυτές. «Για να έλθεις εδώ θέλει μεράκι και αληθινή αγάπη γι' αυτό που κάνεις. Αυτοί οι άνθρωποι είναι οι ήρωες της καθημερινότητάς μας». Λέει ο κοινοτάρχης Ευστράτιος Λαμπάκης.

«Έχει συμβεί να έχουν περάσει 12 μέρες χωρίς να έρθει στο νησί καραβάκι, μια και στα 7 μποφόρ έχει απαγορευτικό, τη στιγμή που το χειμώνα έχει δρομολόγιο μόνο 2 φορές τη βδομάδα. Σκόρπια, πέτρινα μετόχια σκορπισμένα σ' όλο το νησί, συνοδεύουν την εικόνα καθώς φεύγεις από το Καστρί.

Έπειτα το Ξενάκι και στο δρόμο προς τα Βατσιανά και η αντίθεση ξαναζωντανεύει. Έξι Ρώσοι, τέσσερις άνδρες και δύο γυναίκες σε έναν πρότυπο οικισμό με συλλέκτες νερού, γεννήτριες, πλούσια οικοδομική εργασία που βοηθούν στην παραγωγική διαδικασία του νησιού. Οι γυναίκες ειδικεύονται στις ξυλουργικές εργασίες και επιδιορθώσεις, (παντζούρια κ.α.) και οι άνδρες υπεύθυνοι επί των οικοδομικών εργασιών, των πέτρινων κατασκευών και επισκευών. Ο Αλέξανδρο Γιουντιν 44 ετών που εργαζόταν σε πανεπιστήμιο της Ρωσίας, ο 58 ετών Μποτις Λαντα, ψυχολόγος που για πολλά χρόνια δούλευε στην Αμερική, η Ειρήνη Καρμαζινα που έχει σπουδάσει γαλλική φιλολογία και η Αλα Σαμουχινα που ασχολείται με τη γεωγραφία ζούνε στο νησί από το 1977 και σε συνεργασία με τους ντόπιους προτείνουν οικολογικές λύσεις.

Αυτή είναι η Γαύδος. Από την μια η μονάδα τηλεϊατρικής που εγκαινιάστηκε το 1999 από τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας αλλά την επόμενη μέρα αφέθηκε χωρίς ρεύμα, δίχως να λειτουργήσει ποτέ και από την άλλη πρόσωπα ανθρώπων αυτάρκων.

Από την μια σπίτια με χώμα στο δάπεδο με οροφή από καλάμια, φύκια και λάσπη και από την άλλη ραδιοφωνικοί σταθμοί, Ρώσοι επιστήμονες στη μέση του πουθενά και το λαογραφικό μουσείο του Πάτερ Μπικογιαννάκη στα Βατσιανά, εκεί στον νοτιότερο οικισμό της Ευρωπαϊκής Ηπείρου, εκεί στον τελευταίο δρόμο μιας ολόκληρης ηπείρου. Αυτή είναι η Γαύδος, αυτός και ο εφημέριος της. Ο άνθρωπος που ζει από τότε που γεννήθηκε στο νησί και έχει φτιάξει αυτό το μικρό μουσείο, έχει γράψει βιβλίο για τα προβλήματα του νησιού και μαζί με τον εγγονό του, έναν από τους μαθητές του σχολείου ζει μαζί με τους επτά κατοίκους εδώ που το Κρητικό Πέλαγος παλεύει με το Λιβυκό. Μα το μονοπάτι από τα Βατσιανά στην Τρυπητή, στο εκκρεμές του Λιβυκού σε οδηγεί ακόμη πιο νότια, στο απόλυτο τέλος, στο τέλος της παράστασης, όπου οι καλλιτέχνες εμφανίζονται ξανά στην σκηνή για την τελευταία τους έξοδο, τόσο ξαφνικά και τόσο προμελετημένα.

Ακολουθώντας ένα καλοχαραγμένο μονοπάτι φτάνεις σε μια πολυθρόνα για να ακούσεις τη θάλασσα να βρυχάται, τα κύματα να έρχονται από άλλη ήπειρο, στο απόλυτο τέλος. Γυρνάς προς τα πίσω και οδεύεις για την Άμπελο τον οικισμό των δύο κατοίκων.

Εκεί ορθώνεται ο καινούργιος Φάρος στη θέση του παλιού που κατασκευάστηκε στα 1880 από τη Γαλλική Εταιρεία Οθωμανικών Φάρων και υπήρξε ο δεύτερος ισχυρότερος φάρος μετά από αυτόν της Γης του Πυρός με ύψος 14μ.

Ορατός στα 42 ναυτικά μίλια, αποτελούσε στίγμα για τα πλοία που περνούσαν μεταξύ Κρήτης και Γαύδου με προορισμό την Αφρική, την Ευρώπη ή την Μέση Ανατολή και στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο βομβαρδίστηκε από τους Γερμανούς. Πλάι στον αναπαλαιωμένο φάρο ένα μουσείο με σχέδια και ακουαρέλες με αναπαραστάσεις φάρων που δεν λειτουργούσαν αυτόματα, στις αρχές του 20ου αιώνα. Εκεί και το κυλικείο που κρατά ο Γιώργος Δαμοράκης, εγγονός του τελευταίου φαροφύλακα. Λίγα μέτρα πριν από το χωριό ξεκινά μονοπάτι που οδηγεί στο μετόχι Εβελή για να δεις τη Γαυδοπούλα και τον οικισμό Ποταμό από ψηλά.

Και μετά το Σαρακήνικο. Ένας από τους αγαπημένους παραθεριστικούς τόπους των τουριστών (μαζί με την παραλία του Αι-Γιάννη), η μόνιμη κατοικία του κτηνοτρόφου Γιώργου και της Σπυριδούλας Λουγιάκη που ζουν εκεί με τα τέσσερα παιδιά τους, όλοι μαζί με τους 7-8κατοίκους της περιοχής. «Με λάμπες υγραερίου και πετρελαίου τη βγάζουμε, ενώ για το κρύο το χειμώνα βάζουμε ξύλα στη σόμπα.»

Στο βάθος, στη θάλασσα η «χελώνα» το σήμα κατατεθέν της Γαύδου. Εκεί και το κεδρόδασος και οι «Αρόλιθοι», σκαμμένες από τη φύση κοιλότητες πάνω σε επίπεδα βράχια, (τα μεσογειακά εποχικά λιμνία στη Γαύδο σύμφωνα με τη Natura2000). Εδώ οι αρχαιολογικές ανασκαφές, το θεατράκι και η τρώγλη κατά την εξορία την περίοδο Μεταξά του Άρη Βελουχιώτη και του Ζαχαριάδη, με δυο πανύψηλες αντένες πιο δίπλα να βαστούν δυο σημαίες την Ελληνική και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Αυτή είναι η Γαύδος. Όχι διπρόσωπη, αλλά αληθινή έως το μεδούλι. Και σαν η νύχτα έρθει και η περιπλάνηση σταματήσει οι αντιθέσεις φεύγουν και μια εικόνα σου μένει στο μυαλό, εκεί ψηλά στην πρωτεύουσα, στο Καστρί, στο στέκι της Γωγώς, στην «μάγισσα της μαγειρικής».

Μια εικόνα με τους κατοίκους να συνομιλούν και να μιλούν για όλα. Να γιορτάζουν, να ζουν με τα προβλήματά τους.
Ήρωες; Ίσως όχι γιατί αυτοί ανήκουν στην Iστορία.
Γενναίοι; Μπορεί, αλλά και αυτοί είναι μακρινοί.
Τέλος ή αρχή; Μάλλον κάπου στη μέση, εκείνη που δύσκολα προσεγγίζεται και κατανοείται.
Αυτή είναι η Γαύδος…αυτοί και οι άνθρωποι του Νότου.

Διαβάστε: Το δίγλωσσο πολύτιμο λεύκωμα της κα Ηρώς Σγουράκης με τίτλο «Γαύδος, οδοιπορικό στο χώρο και στο χρόνο» με όλα τα στοιχεία ιστορικά, λαογραφικά και κοινωνικά.
Επισκεφτείτε: www.gavdosfm.gr
Κείμενο: Γιάννης Σεφεριάδης
Φωτογραφίες: Φίλιππος Παπαγιαννόπουλος, Βασίλης Τζουναράς
http://walking-greece.ana-mpa.gr/articleview2.php?id=6940