Περιήγηση στην Κρήτη 1881
ΙΩΣΗΦ ΧΑΤΖΗΔΑΚΗΣ

 

Περιήγηση στην Κρήτη 1881

Η από τη Σούδα στα Χανιά η οδός είναι αμαξιτή, διατηρείται σε καλή κατάσταση και τη διανύσαμε σε ¾ της ώρας, φθάνοντας στα Χανιά κατά τη δύση του ήλιου. Η πόλη των Χανίων, που τώρα περιλαμβάνει γύρω στις 12.000 κατοίκων από τους οποίους τα 2/3 Οθωμανοί οι δε υπόλοιποι Χριστιανοί και λίγοι μόνο Εβραίοι, ορίστηκε ως πρωτεύουσα της Κρήτης από το 1855. είναι και αυτή, όπως και οι δυο άλλες πόλεις της Κρήτης, Ηράκλειο και Ρέθυμνο, κτισμένη κοντά στον γιαλό του ομώνυμου κόλπου, λίγο δυτικότερα του ισθμού, διά του οποίου ενώνεται το ακρωτήρι Κύαμον ή κοινώς Ακρωτήρι με τη νήσο Κρήτης.

Τα σωζόμενα τείχη της είναι ενετικής κατασκευής και διατηρούνται σε άριστη κατάσταση. Η πόλη διαιρείται σε δυο μέρη, ένα πολύ μεγάλο, την κυρίως πόλη κι ένα μικρότερο, το οποίο είχε δική του πύλη, αποτελώντας ένα είδος ακρόπολης, στην οποία κατοικούσαν οι ευγενείς Ενετοί.

Οι δρόμοι της πόλης είναι ίδιοι περίπου με του Ρεθύμνου και του Ηρακλείου, τους οποίους ήδη επεριγράψαμε, εκτός του ότι στα Χανιά τα βρισκόμενα στους δρόμους παντός είδους εμπορικά καταστήματα, καφενεία, ζαχαροπλαστεία κλπ βλέπει κανείς πολύ μεγαλύτερη φιλοκαλία.

Στην πόλη των Χανίων υπάρχει ένα μεγάλο Οθωμανικό Σχολείο, που διαιρείται σε πέντε τμήματα, κι έχει εξακόσιους μαθητές και εικοσιοκτώ δασκάλους. Εάν Οθωμανικό Παρθεναγωγείο που έχει διακόσιες πενήντα μαθήτριες και τέσσερις δασκάλες. Και στα δυο αυτά οθωμανικά σχολεία διδάσκεται και η ελληνική γλώσσα. Χριστιανικά δε σχολεία είναι ένα Ελληνικό Σχολείο που έχει εβδομήντα μαθητές και τρεις δασκάλους, ένα Αλληλοδιδακτικό με διακόσιους σαράντα μαθητές και τρεις δασκάλους, ένα παρθεναγωγείου που έχει εκατό πενήντα μαθήτριες και τρεις δασκάλες κι ένα Νηπιαγωγείο που έχει δυο δασκάλες και ενενήντα νήπια.

Στα Χανιά υπάρχουν 44 λαδέμποροι, από τους οποίους οι 7 είναι Χριστιανοί, οι 3 Εβραίοι και οι λοιποί Οθωμανοί. Υπάρχουν δε εν ενεργεία 10 σαπουνοποποιεία.τα εν λόγω σαπουνοποιεία ψήνουν 200 καζανιές σαπούνι κάθε χρόνο. Για την κατασκευή δε αυτών χρειάζονται 100 χιλ. μίστατα, δηλαδή 900.000 οκάδες λαδιού. Κατά τα δυο αυτά χρόνια, δηλ. της σοδειάς και μη θα εξαχθούν από τα Χανιά ένα εκατομμύριο οκάδες λαδιού, αξίας 300 χιλιάδων λιρών.

Η πόλη των Χανίων έχει δυο ατμόμυλους, ναυπηγείο στο οποίο ναυπηγούνται πλοία μέχρι 405 χιλιάδων κοιλών, κάποτε και μεγαλύτερα, και Σιδηρουργείο άξιο λόγου. Ιδίως όμως, η πόλη είναι εμπορική, εξάγοντας πολλά φορτία λαδιού, λεμονιών, πορτοκαλιών, βελανιδιού και άλλων προϊόντων. Το λιμάνι των Χανίων είναι μεν και αυτό μικρό, όμως πιο ευρύχωρο από αυτό του Ρεθύμνου και του ηρακλείου.

Στο κέντρο περίπου της πόλης, κοντά στη μονή του Αγίου Νικολάου, η οποία τώρα είναι τζαμί, υπάρχει πλατεία που μέχρι σήμερα αποκαλείται Πλάτσια, όπου υψώνεται πλάτανος σκιάζοντάς την όλη. Κάτω από τον πλάτανο είναι κτισμένο ένα μικρό μεν αλλά κομψότατο περίπτερο (κιόσκι). Υπάρχει επίσης κι ένας μικρός περιφραγμένος κήπος και κάτω από το περίπτερο και τον κήπο, μέσα σε υπόγειο θόλο, τρέχει κρήνη άφθονου νερού, αφού υδρεύονται τα γύρω σπίτια.

Τις μέρες που μείναμε στα Χανιά οι Οθωμανοί είχαν το Ραμαζάνι τους. Είναι γνωστόν ότι Ραμαζάνι καλούν αυτοί τον προ του Μπαϊραμιού (αντίστοιχο του δικού μας Πάσχα)) σεληνιακό μήνα, κατά τον οποίο δεν επιτρέπεται στους πιστούς να τρώνε τη διάρκεια της ημέρας αντίθετα δε όλη την νύκτα επιδίδονται σε ποικίλα φαγοπότια. Μαζευόταν λοιπόν, κάθε βράδυ πλήθος Οθωμανών κάθε τάξης στα καφενεία της πλατείας, οι μεν τραγουδώντας οι δε περισσότεροι παίζοντας τόμπολα, άλλοι καπνίζοντας νωχελικά μέσα στο περίπτερο κι άλλοι ακούγοντας τα τραγούδια των Βοημίδων και Ιταλίδων.

Πολλές δε Οθωμανίδες ανά τρεις, ανά πέντε ή και περισσότερες κατά συνοδείας, προπορευομένων ενός ή περισσοτέρων υπηρετών που κρατούσαν μεγάλους αναμμένους φανούς, περνούσαν σιγά ανάμεσα από το πλήθος των ευθυμούντων. Λίογο πιο πέρα, έξω από μικρό καφενείο ντόπιος Οθωμανός ανάμεσα σε πυκνό ακροατήριο τραγουδούσε κρητικά δίστιχα (μαντινάδες) συνοδευόμενος από κρητική λύρα.

Παντού δε μαζί με τους Οθωμανούς ήταν και Χριστιανοί, γιατί οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι στα Χανιά ζουν αρμονικότερα μεταξύ τους Οθωμανοί και Χριστιανοί παρά στο Ηράκλειο. Είναι εξάλλου πασίγνωστον ότι στην Κρήτη και οι Οθωμανοί όλοι ανεξαιρέτως την ελληνική γλώσσα μιλούν, και πολλοί, πλείστοι απ’ αυτούς έχουν ελληνική καταγωγή.

Τζαμιά υπάρχουν στα Χανιά πολλά, από τα οποία τα περισσότερα ήταν εκκλησίες. Πολλά δε απ’ αυτά είναι πολύ πλούσια αφού κατέχουν μεγάλες εκτάσεις γης και πάρα πολλά ελαιόδεντρα. Κανένα τους όμως, δεν είναι άξιο λόγου ως αρχιτεκτονικό οικοδόμημα. Εκκλησία υπάρχει μια και μόνη, αλλά μεγάλη και πλούσια διακοσμημένη. Άξιο λόγου οικοδόμημα, όχι για το κάλλος, αλλά για το μέγεθός του και την ευρυχωρία του είναι το Διοικητήριο.

Μέσα σ’ αυτό το ευρύ μέγαρο περιλαμβάνονται τα γραφεία της διοίκησής της, τα δικαστήρια, η δημογεροντία και όλα τα’ αρχεία της Γενικής Διοίκησης Κρήτης, σε μια πτέρυγα δε αυτού μένει και ο κατά καιρούς γενικός διοικητής. Κάτω απ’ αυτό υπάρχουν οι ποινικές και πριν απ’ αυτό μέσα στην αυλή οι πολιτικές φυλακές.

Ο πληθυσμός της πόλης είναι πολύς ανάλογα με τη στενή περιοχή της. Γι’ αυτό οι κατοικίες όλες σχεδόν είναι στενές, τα δε σπίτια πολυώροφα κατοικούμενα το καθένα από πολλές οικογένειες. Εξαιτίας αυτού πολλοί εύποροι κάτοικοι έχτισαν σπίτια, στο προάστιο Χαλέπα, όπου άλλοι μένουν συνέχεια εκεί και άλλοι μόνο το καλοκαίρι. Στο προάστιο αυτό κατοικούν και οι περισσότεροι από τους προξένους. Οι κάτοικοι των Χανίων όπως και όλης της επαρχίας Κυδωνίας είναι ζωηροί, πολυπράγμονες, φιλομαθείς.

Πολλά δε χωριά της επαρχίας τρέφουν ανδρειοτάτους πολεμιστές. Ξενοδοχείο ευπρεπές βρίσκει ο ξένος για να μείνει στο οποίο και η διακόσμηση είναι αξιοπρεπής και η υπηρεσία πρόθυμη και με αντίληψη. Υπάρχουν στα Χανιά δυο λέσχες, όπως και στο Ηράκλειο, μια οθωμανική και μια ελληνική, στις οποίες βρίσκονται πολλές εφημερίδες για διάβασμα και διάφορα παιχνίδια για ψυχαγωγία. Συζητούν δε σ’ αυτές ελεύθερα και για πολιτικά ζητήματα και για ειδήσεις.

Δέκα μόλις λεπτά της ώρας έξω των Χανίων υπάρχει δημοτικός κήπος που φυτεύτηκε μ’ επιμέλεια του Ρεούφ Πασά. Τα φυτεμένα σ’ αυτόν δέντρα, τα περισσότερα είναι αειθαλή και η σκιά που δημιουργούν πολύ παχιά, καλλιεργούνται επίσης σ’ αυτόν και πολλά μυριστικά άνθη.

Οι δρόμοι του είναι χαραγμένοι κατά ευρωπαϊκό ρυθμό και στρωμένοι με χοντρή άμμο και πολλοί απ’ αυτούς σκεπάζονται με κληματαριές. Με το να βρίσκεται σε ψηλό μέρος είναι όχι μόνο ευάερος, αλλά κι έχει γύρω ευρύ και λαμπρόν ορίζοντα.

Μέσα στον κήπο έχουν στήσει και δυο αγάλματα μέτριας τέχνης, κι έναν Ερμή που βρέθηκε στην παραλία της Παλιάς Κυδωνίας. Στον κήπο αυτό γίνεται περίπατος τον χειμώνα, το καλοκαίρι δε έρχονται λιγότεροι, γιατί πολλοί μένουν στα προάστια. Παιανίζει και στρατιωτική μουσική στον κήπο δυο φορές την εβδομάδα.

Από τα Χανιά κάναμε εκδρομές σε πολλά χωριά και θέσεις εκλεκτές. Η Χαλέπα, προάστιο που απέχει δέκα λεπτά των Χανίων, συγκοινωνεί με την πόλη με αμαξιτό δρόμο καλά διατηρούμενο. Κτισμένη πάνω σε ύψωμα μακριά από το γιαλό, έχει καθαρό και δροσερό αέρα. Εδώ μένουν το καλοκαίρι πολλοί από τους πιο εύπορους κατοίκους των Χανίων, άλλοι μάλιστα συνέχεια.

Στο προάστιο αυτό κατοικούν, όπως είπαμε, και οι περισσότεροι των προξένων. Τα σπίτια στη Χαλέπα είναι όχι μόνο πιο ευάερα, αλλά πολλά απ’ αυτά και μεγαλοπρεπέστερα απ’ αυτά που βρίσκονται μέσα στην πόλη.

Πηγαίνοντας κάποιος από τα Χανιά στη Χαλέπα ή στη Σούδα συναντά αμέσως έξω από την πόλη το αφρικανικό χωρικό δηλαδή 20-30 καλύβες από βρούλα στημένες σε 3-4 σειρές, που αφήνουν δρόμους μεταξύ τους. Μέσα σ’ αυτές κατοικούν αιθίοπες λείψανα των επί Μεχμέτ Αλή αποικισθέντων στην Κρήτη Αφρικανών.

Προσκληθέντες από άριστο φίλο να συγευματίσουμε στο Μόδι, κοντά στον Πλατανιά, αναχωρήσαμε στις έξι το πρωί γι’ αυτό το χωριό. Άμα βγήκαμε την Πύλη του Σελίνου όπως λέγεται, παρατηρήσαμε, ότι κι εδώ όπως και στο Ηράκλειο οι προ του τείχους τάφροι χρησιμοποιούνται ως λαχανόκηποι. Νότια του δρόμου φαίνονται πολλά χωριά κτισμένα πάνω σε υψώματα και ανάμεσα σε δέντρα…

Δέκα λεπτά έξω από τα Χανιά και κοντά στο δρόμο βρίσκονται τα ίχνη της αρχαίας Κυδωνίας. Εδώ βρέθηκαν αγάλματα, αγγεία και νομίσματα. Οι Κύδωνες αναφέρονται από τον Όμηρο ως ίδιος λαός της Κρήτης.

Επειδή δε ο Όμηρος χωρίζει αυτό τον λαό από τους Αχαιούς, τους Πελασγούς, τους Δωριείς και τους Ετεόκρητες, οι ιστορικοί υποθέτουν ότι ήταν αυτοί οι πρώτοι κάτοικοι της Κρήτης, στους οποίους προστέθηκαν αργότερα άποικοι από την Ασία, πιθανότητα και από την Αίγυπτο, αργότερα δε κατέλαβαν ο νησί πολυάριθμοι άποικοι από την Ελλάδα, προπάντων Δωριείς, οι οποίοι αφού υπόταξαν τους παλαιότερους κατοίκους εξελλήνισαν την Κρήτη.

Στην πεδιάδα φαίνονται σκορπισμένοι ενετικοί πύργοι ή και μέγαρα ευγενών Ενετών, τα οποία δεν κάηκαν στις επαναστάσεις. Τους πύργους αυτούς ο λαός του λέει Πελεκα – πεινάδες γιατί, όπως λέγουν, οι Ενετοί τους έκτισαν με αγγαρείες αναγκάζοντας τους δυστυχείς σκλάβους να πελεκούν, ενώ συγχρόνως και πεινούσαν, για δεν τους εδινόταν η ανάλογη τροφή.

Μισή ώρα από την πόλη συναντάς τον ποταμό Κλαδισό, του οποίου το νερό χάθηκε πριν από εικοσιπέντε χρόνια, ώστε τώρα να είναι ένα απλό χείμαρρος που τρέχει μόνο τον χειμώνα, ενώ πιο πριν έτρεχε συνέχεια όλο τον χρόνο!...

Δυο ώρες μετά την αναχώρησή μας από τα Χανιά φτάσαμε στις εκβολές του ποταμού Πλατανιά, Ιάρδανος όπως τον έλεγαν οι αρχαίοι. Εδώ υπάρχει Γαλλικός Υδρόμυλος και άλλος παλιάς κατασκευής. Κοντά σ’ αυτό υπάρχει ένα καφενείο όπου αναπαύονται οι διαβάτες κάτω από μια παχιά σκιά. Στη σκιά αυτή αναπαυθήκαμε λίγο και μετά ανεβήκαμε στο χωριό Πλατανιά, το οποίο είναι κτισμένο πάνω σε βράχο ή μικρό λόφο.

Περιλαμβάνει 150 σπίτια όλα χριστιανικά κι έχει σχολείο, στο οποίο φτοιτούν γύρω στα 70 παιδιά απ’ αυτά δε τα 16 είναι κορίτσια.

Αντικρύ του χωριού, όχι μακριά από τα γιαλό, βρίσκεται το νησί Θοδωρού.

Μεταξύ του μικρού αυτού νησιού και της παραλίας του Πλατανιά σχηματίζεται ένας ασφαλής όρμος, στον οποίο αγκυροβόλησαν τα τουρκικά πλοία όταν πρωτοαποβιβάστηκαν στην Κρήτη οι Οθωμανοί.

 

Ποιος ήταν ο Ιωσήφ Χατζηδάκης

Ο Ιωσήφ Χατζηδάκης υπήρξε ένας αξιόλογος αρχαιολόγος που γεννήθηκε στη Μήλο το 1848 και πέθανε το 1936. η καταγωγή του ήταν σφακιανή και σπούδασε γιατρός. Εξάσκησε το επάγγελμά του στην Κρήτη μέχρι το 1883, οπότε επιδόθηκε στην αρχαιολογία. Εργάστηκε με ζήλο για την ίδρυση και τον πλουτισμό του Μουσείου Ηρακλείου, του οποίου υπήρξε διευθυντής μέχρι το 1923. Κατά τη μακρόχρονη αρχαιολογική του δράση ο Χατζηδάκης ενήργησε πολλές επιτυχείς ανασκαφές σε διάφορα Προϊστορικά σημεία της Κρήτης και δημοσίεψε ικανό αριθμό αρχαιολογικών πραγματειών και άρθρων. Τα σπουδαιότερα από τα δημοσιεύματα είναι: «Περιήγησις εις την Κρήτη 1881», «Κατάλογος των εν τω μουσείω του Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου Ηρακλείου αρχαιοτήτων», «Περιγραφή του εν Αμνισώ σπηλαίου της Ειλειθυίας» (1888) «Τύλιστος μινωική» (1912), «Ιστορία της Μήλου» (1927).